logo

Μια εικόνα, ένας συγγραφέας.

Με αφορμή το υπό έκδοση λεύκωμα “Café Society”.

Παρατηρώντας προσεκτικά τις φωτογραφίες του Σπύρου Κατοπόδη, δεν μπορώ παρά να ανακαλέσω στη μνήμη μου τη μοναδική εικόνα του Παπαδιαμάντη που ο Παύλος Νιρβάνας είχε την προνοητικότητα να τραβήξει (σχεδόν να κλέψει) προφασιζόμενος χίλιες δικαιολογίες εκεί απάνω στο καφενεδάκι της Δεξαμενής, την άνοιξη του 1906.

Από την εποχή της γραφομηχανής και της “Κόδακ”, στις ταμπλέτες και τα εικονοστοιχεία, αλλάξαν πολλά. Κάποιοι υποστηρίζουν πως από τον πολιτισμό του γραπτού λόγου έχουμε περάσει στον πολιτισμό της εικόνας. Άλλοι πάλι πιστεύουν πως ο γραπτός λόγος θα κατέχει παντοτινά τα σκήπτρα της επικοινωνίας.

Η επιλογή του φωτογράφου να παρουσιάσει εδώ μαυρόασπρα πορτρέτα συγγραφέων, στο αγαπημένο τους στέκι με ενα φλιτζανι καφέ ή ενα ποτήρι κρασί μπροστά τους, μας κάνει να αναλογιστούμε πως ένα πράγμα δεν θα αλλάξει ποτέ. Η ανάγκη για επικοινωνία.

Ο μεγάλος Σκιαθίτης, για να αιτιολογήσει την ανησυχία του την ώρα της φωτογράφισης, είπε στον φίλο του: Nous excitons la curiosité du public και έφυγε βιαστικός. Οι συγγραφείς του 21ου αιώνα μου δίνουν την εντύπωση πως λένε στον Κατοπόδη “Αρκετά. Σ’ ευχαριστώ. Έχω κάποιες δουλειές τώρα.. Πρέπει να μείνω μόνος”.

Ο άνθρωπος -μονομανώς- πηγαίνει στα ίδια μέρη. Μάλλον, γιατί γνωρίζοντας καλά το σκηνικό μπορεί να οδηγήσει το πεπρωμένο. Αν πρόκειται να συμβεί κάτι, θα το αντιληφθεί ευκολότερα σε ένα γνώριμο μέρος. Αυτοί οι “ιδιαίτεροι” άνθρωποι που ενίοτε δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε τα γραπτά τους και που την αγάπη τους για ορθή έκφραση την αντιλαμβανόμαστε σαν νεύρωση, κάπου έχουν κρυμμένο ένα σημειωματάριο, ένα άδειο κουτί από τσιγάρα ή μια χαρτοπετσέτα πάνω στα οποία έχουν σημειώσει τις σκέψεις τους, τσιτάτα άλλων ή και μοναχικές λέξεις με σκοπό τη σύνθεση σε μια νέα δική τους αφήγηση. Κάθονται και περιμένουν να συμβεί κάτι. Παρατηρούν και αφουγκράζονται τα πάντα.

Είχα πάντοτε την αίσθηση πως αυτή είναι η δουλειά τους, το είχα γράψει άλλωστε στο δημοτικό σε μια έκθεση με θέμα: “Τι δουλειά κάνει ο πατέρας μου”. Είχα ξεκινήσει στην πρώτη παράγραφο: “ο μπαμπάς μου, είναι συγγραφέας και κάθεται…”. Πολύ αργότερα κατάλαβα πως αυτό το ιδιότυπο καρτέρι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δουλειάς του.

Έτσι κάνει καρτέρι και ο Κατοπόδης, κάθε φορά που περιμένει με την κάμερα στο ύψος των ματιών του να χειραγωγήσει το εκατοστό του δευτερολέπτου, όπου περιεχόμενο, σύνθεση και φως θα συγκροτήσουν τη φωτογραφία του σε μια μοναδική χορογραφία.

Οι εικόνες των συν-γραφέων που έγιναν από τον φωτο-γράφο, στο Café Society, θεωρώ πως είναι μια σημαντική εργασία, όχι μόνο ως ντοκουμέντο και ως αισθητική πρόταση αλλά κυρίως επειδή πετυχαίνουν κάτι πολύ σημαντικό και άμεσο: μας γοητεύουν.

Κείμενο από το υπό έκδοση λεύκωμα “Café Society” του Ντίνου Σιώτη με φωτογραφίες του Σπύρου Κατοπόδη, εκδόσεις Κοινωνία των (δε)κάτων. Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Φωτογράφος, τεύχος #243 (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2016).