logo

Μην πυροβολείτε τον πιανίστα.

Με αφορμή ένα πρόγραμμα φιλοξενίας.

Τον περασμένο Οκτώβριο, ήμουν ο τυχερός όπου μαζί με άλλους δώδεκα φωτογράφους, βρέθηκα για μία εβδομάδα, καλεσμένος ενός πολυτελούς ξενοδοχείου στη Χαλκιδική. Η παραμονή μας εκεί ήταν τόσο παραγωγική και αναζωογονητική που μας έκανε να ξεχάσουμε την καθημερινότητα και τη δύσκολη πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Αυτό είναι ανεκτίμητο, πόσο μάλλον όταν πρόκειται σε δεύτερη φάση να γίνει έκδοση λευκώματος και παραγωγή ομαδικής έκθεσης με τη δουλεία μας.

Κάποια στιγμή συνειδητοποιήσαμε πως αφού με το καλό γινόταν η έκθεση σε χώρο τέχνης, μετά οι φωτογραφίες μας θα αναρτώνταν στους τοίχους του ξενοδοχείου που μας φιλοξένησε. Η εύλογη απορία όλων μας ήταν πως ναι μεν κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει αλλά γιατί δεν είχε ειπωθεί νωρίτερα, ότι δηλαδή οι φωτογραφίες που παράγαμε ως residents θα επέστρεφαν (χωρίς εμάς αυτή τη φορά) στους τοίχους του εν λόγω ξενοδοχείου; γιατί θεωρείτο αυτονόητο πως η ελάχιστη μορφή αντίδωρου και έκφρασης ευγνωμοσύνης από πλευράς μας θα ήταν η παραχώρηση του έργου μας σε φυσική μορφή; Για την ιστορία σας λέω πως δε δημιουργήθηκε καμία απολύτως παρεξήγηση -αντίθετα από την Ναν Γκόλντιν- και τώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές έγινε και η έκδοση και παρουσιάστηκε στο ευρή κοινό  κι όλοι μείναμε ευχαριστημένοι και θα ξαναπάμε και στη Χαλκιδιδική. Με αφορμή αυτό το συμβάν προέκυψαν οι σκέψεις που ακολουθούν.

Ο φωτογράφος είναι δημιουργός και πρέπει απερίσκεπτα να κάνει τη δουλειά του, όμως είναι και εργαζόμενος και πρέπει να αμείβεται για αυτήν, σαν πιανίστας σε σαλούν. Μπορεί η εργασία του να μην είναι πίσω από ένα γραφείο ή ένα γκισέ, αλλά πίσω από ένα οφθαλμοσκόπιο προσπαθώντας να συμπυκνώσει -μέσα από το κλείστρο της μηχανής- όλες τις σκέψεις του σε μία μοναδική δημιουργική χορογραφία συναισθημάτων. Κάτι τέτοιο είναι εντελώς προσωπικό, εξαρτάται από το ποια εφημερίδα διαβάζει, τι ομάδα είναι, αν έτρωγε φάπες στο σχολείο, ποια κουζίνα προτιμάει, τι μουσική αρέσκεται να ακούει, ποια είναι η ιδεολογία του, εν ολίγοις τι προσλαμβάνουσες έχει και τι σόι άνθρωπος είναι. Αν τυχαίνει κιόλας οι φωτογραφίες του να αρέσουν σε πολλούς, τόσο το καλύτερο για εκείνον. Έχει περισσότερες πιθανότητες να τις πουλήσει και να φάει ένα πιάτο φαΐ.

Ο φωτογράφος όμως είναι και τεχνίτης όπως ο ηλεκτρολόγος όπως και ο χρυσοχόος. Ας πούμε αυθαίρετα πως η φωτογραφία δεν έζησε βιομηχανική επανάσταση μιάς και ο φωτογράφος ακόμα περιβάλεται από εργαλεία και μηχανές κι όχι το αντίθετο και ότι αυτό φαίνεται αρκετό ώστε να θεωρείται από πολλούς υποδεέστερο επάγγελμα. Δεν αναφέρομαι σε χώρες όπως η Γαλλία και η Αγγλία όπου ανακαλύφθηκε η φωτογραφία  και αντίστοιχες σχολές μετρούν ήδη έναν αιώνα λειτουργίας. Πρέπει να καταστήσουμε σαφές στον πολύ κόσμο πως η φωτογραφία είναι ένα καλλιτεχνικό μέσο τρομερών αντιφάσεων γιατί ενώ είναι γελοιωδώς εύκολο, την ίδια στιγμή είναι ανθρωπίνως αδύνατο να κάνεις μια καλή εικόνα.

Κάποτε έτυχε σε επαγγελματική διαπραγμάτευση, στο άκουσμα των οικονομικών μου απαιτήσεων να μου αντιτείνουν το επιχείρημα: Πολλά ζητάς, αφού ένα κλικ θα κάνεις! Σε αυτό λοιπόν απαντώ: Συμφωνώ, όμως θα κάνω ένα κλικ συν 47 χρόνια (τόσων ετών είμαι)! Γιατί το κλικ του κάθε φωτογράφου, περικλείει στον απειροελάχιστο χρόνο που συμβαίνει την προβολή ολόκληρης της ζωής του και αυτό έχει  σεβαστή αξία.

Αθήνα, 1η Δεκεμβρίου 2015.
Καμίλο Νόλλας, για το περιοδικό Φωτογράφος, τεύχος #240 (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2016).